Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

«Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελά πατέρα;»*



Η απόφαση του ΣτΕ και το μέλλον του Μαθήματος των Θρησκευτικών**

του Παντελή Λ. Καλαϊτζίδη***

Η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας (ΣτΕ) γυρνάει το Μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ) στην προ του 1974 εποχή και το καταδικάζει στην εσωστρέφεια και τον απομονωτισμό.
            Ήταν τέτοιο το τραύμα που προκάλεσε η συνεργασία της Διοικούσας Εκκλησίας και μερίδας θεολόγων με το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου, που η πτώση της χούντας έθεσε το σώμα των θεολόγων σε κίνηση και προβληματισμό, τόσο για το δημόσιο λόγο της Εκκλησίας και της θεολογίας, όσο και για το περιεχόμενο και τους παιδαγωγικούς προσανατολισμούς της παρεχόμενης θρησκευτικής εκπαίδευσης.
Είχε προηγηθεί η συνάντηση της ορθόδοξης θεολογίας της ρωσικής διασποράς με τις προκλήσεις της Νεωτερικότητας και της εκκοσμίκευσης στη Δύση και το διαλογικό άνοιγμα της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο, κινήσεις που επηρέασαν γόνιμα και αναμόχλευσαν δημιουργικά τα λιμνάζοντα ύδατα της νεοελληνικής θεολογίας (κυρίως μέσα από τη λεγόμενη «θεολογία του ’60»). Μιας θεολογίας που μέχρι τότε κυριαρχούνταν από το πνεύμα των θρησκευτικών οργανώσεων, του θεολογικού σχολαστικισμού και ευσεβισμού και από μία «πολιτική θεολογία» της άκρας δεξιάς, που απόληξή της ήταν η ιδεολογία της «Ελλάδος των Ελλήνων Χριστιανών» και η συνεργασία με τη δικτατορία.

Όσο κι αν σε πολλούς φαίνεται παράδοξο ή και σκανδαλώδες, η συνάντηση και ο διάλογος με τη θρησκευτική και πολιτισμική ετερότητα είναι που οδηγούν ακριβώς στην αναγέννηση της ορθόδοξης θεολογίας στον 20ό αιώνα και στην αποδέσμευσή της από την «βαβυλώνια αιχμαλωσία» στη σχολαστική ή πιετιστική θεολογία. Οι ευκαιρίες και οι γόνιμες προκλήσεις που έθεσε στους Ορθοδόξους ο οικουμενικός, ο διαθρησκειακός και ο διαπολιτισμικός διάλογος, οδήγησαν εντέλει την ορθόδοξη θεολογία, και στη ρωσική και στην ελληνική εκδοχή της, στην έξοδο από την εσωστρέφεια του επαρχιωτισμού και την αμυντική της αυτάρκεια και περιχαράκωση, και συνέβαλαν έτσι καθοριστικά στην ανάδειξη των μεγάλων μορφών της θεολογίας της διασποράς ή στις πρωτότυπες συνθέσεις της ελληνόφωνης θεολογίας, όπως η θεολογία του προσώπου
Αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών και ζυμώσεων ήταν οι πρώτες δειλές αλλαγές και αναθεωρήσεις στα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ) και τα εγχειρίδια των Θρησκευτικών (1977-78, 1985, 1990-92, 1998, 2003), αναθεωρήσεις που εμπνέονταν από την πιστότητα στην Παράδοση και το αίτημα της ανανέωσης. Ας σημειωθεί ότι τα βιβλία Θρησκευτικών για το Δημοτικό που προέκυψαν από τα ΠΣ του 2003, εισάγουν ήδη αναφορές ή και ολόκληρα κεφάλαια για τις άλλες θρησκείες, ενώ όλα τα βιβλία Θρησκευτικών για τη Β΄ Λυκείου από το 1988 κ. ε. (δηλ. πολύ πριν τα περίφημα Νέα, και ήδη ακυρωθέντα, ΠΣ) αφιερώνουν το ήμισυ της ύλης τους στα άλλα Θρησκεύματα.
            Καρπός της ίδιας πιστότητας στην Παράδοση αλλά με πιο έντονο το αίτημα της ανανέωσης και της διαλογικής ετοιμότητας της θεολογίας είναι τα επονομαζόμενα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) για τα Θρησκευτικά. Τα τελευταία δεν τα επεξεργάστηκαν κάποιοι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αποτελούν καρπό υπερδεκαετούς διαλόγου που ξεκίνησε ήδη από το 1999 με συνέδρια των θεολόγων (Βόλος, Παναγία Σουμελά, Γερμανική Σχολή Αθηνών), συνεχίστηκε με πληθώρα αφιερωμάτων σε θεολογικά περιοδικά (Σύναξη, Καθ’ Οδόν, Θεολογία), με παρεμβάσεις θεολόγων σε παιδαγωγικά έντυπα (π.χ. Νέα Παιδεία), την έκδοση συλλογικών τόμων (μεταξύ αυτών και της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας από τη Βουλή των Ελλήνων το 2005) και τη διοργάνωση επιμορφωτικών σεμιναρίων. Καθόλη τη διάρκεια προετοιμασίας τους, αλλά και στο τελικό στάδιο εφαρμογής τους είχαν τη συγκατάθεση της Διοικούσας Εκκλησίας (τα «Προγράμματα Γαβρόγλου» εξασφάλισαν τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος). Εάν τα ΝΠΣ έγιναν για πρώτη φορά Νόμος του Κράτους με τις Υπουργικές Αποφάσεις του 2016 (N. Φίλη) και του 2017 (K. Γαβρόγλου), δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η εκπόνησή τους ξεκίνησε με το «Νέο Σχολείο» της A. Διαμαντοπούλου το 2010 και συνεχίστηκε καθόλο το ενδιάμεσο διάστημα, παρά τις εναλλαγές υπουργών μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας. Τα ΝΠΣ δεν ήταν απλώς η κορύφωση μιας μεταρρυθμιστικής διαδικασίας. Ήταν έργο και απαίτηση της βάσης, δηλαδή του σώματος των θεολόγων, που αφουγκραζόμενο τις ευρύτερες εξελίξεις εισηγήθηκε και επέβαλε τις καινοτόμες αλλαγές στο ΜτΘ.
            Το καινούργιο στοιχείο των λεγόμενων «Νέων Θρησκευτικών» ήταν ότι το μάθημα, χωρίς να χάνει τον «Ορθόδοξο» χαρακτήρα του και να απονευρώνεται θεολογικά, έλαβε υπόψη του το ευρωπαϊκό κεκτημένο, τις οδηγίες των ανεξάρτητων αρχών για σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ έφερνε την Ορθοδοξία σε διάλογο με τις άλλες μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης, τις άλλες θρησκείες (κυρίως τις πιο οικείες μονοθεϊστικές θρησκείες του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ), τα σύγχρονα πολιτισμικά και κοινωνικά ρεύματα, υιοθετώντας επιπλέον τις πιο προωθημένες παιδαγωγικές και διδακτικές μεθόδους. Δεν είναι τυχαίο ότι το ΝΠΣ για τα Θρησκευτικά χαρακτηρίστηκε ήδη από το 2012 από τους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Παιδείας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ως το πληρέστερο, αρτιότερο παιδαγωγικά και πιο καινοτόμο από όλα τα υπό προετοιμασία τότε ΠΣ. Επιπλέον, το μεγάλο πλεονέκτημα του ΝΠΣ ήταν ότι απέτρεπε την κοινοτιστικού τύπου διαίρεση των παιδιών (και κατάτμηση του Σχολείου) με βάση τη θρησκεία, καθώς ήταν έτσι σχεδιασμένο ώστε να απευθύνεται σε όλα τα παιδιά ανεξάρτητα από την θρησκευτική τους προέλευση (ή την απουσία της).
Όπως ήταν αναμενόμενο, το ΝΠΣ και οι Φάκελοι για το ΜτΘ συνάντησαν την λυσσαλέα αντίδραση υπερσυντηρητικών εκκλησιαστικών, μοναστικών και θεολογικών κύκλων, καθώς και των γνωστών και μη εξαιρετέων θρησκευτικών οργανώσεων, που θεώρησαν πως είχαν να κάνουν με το απόλυτο κακό και με την προδοσία της Ορθοδοξίας. Γι’ αυτούς τα «Νέα Θρησκευτικά» ήταν πολυθρησκειακά και συγκρητιστικά και δεν αποσκοπούσαν παρά στην υποταγή της Ορθοδοξίας στη Νέα Τάξη και στον προσηλυτισμό των ορθόδοξων μαθητών στην πολυθρησκεία και την παγκοσμιοποίηση (sic). Δεν θα μπορούσα όμως να μην σημειώσω εδώ ότι, εκτός από τις σφοδρές αντιδράσεις υπερσυντηρητικών εκκλησιαστικών κύκλων, το ΝΠΣ για τα Θρησκευτικά, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, συνάντησε επίσης την αδιαφορία ή τη χλιαρή υποστήριξη της προοδευτικής κοσμικής διανόησης, η οποία απ’ ότι φαίνεται θα προτιμούσε να έχει απέναντί της υπερσυντηρητικούς και οπισθοδρομικούς θεολόγους και ένα παρωχημένο ΜτΘ, εύκολο να εξοβελιστεί από το σχολικό πρόγραμμα με την πρώτη ευκαιρία ή κυβερνητική αλλαγή. Θεωρώ πως η παρούσα εκδήλωση-συζήτηση αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα αυτό της αδιαφορίας και της άγνοιας για όσα σημαντικά λαμβάνουν χώρα στον ευρύτερο θεολογικό και εκκλησιαστικό χώρο και ελπίζω να αποτελέσει αφετηρία συνάντησης και διαλόγου.
            Η πρόσφατη λοιπόν απόφαση του ΣτΕ όχι μόνο ακυρώνει τις παραπάνω μεταρρυθμιστικές προσπάθειες (και ανοίγει, συν τοις άλλοις, την πόρτα στην οιονεί θρησκευτική ομοσπονδοποίηση και «βαλκανιοποίηση» του σχολείου), όχι μόνο «δογματίζει» για θέματα που υπερβαίνουν κατά πολύ τις αρμοδιότητές του (για το τί είναι «Ορθόδοξο» και τί όχι) και μάλιστα ενάντια στην αρμόδια επιτροπή της Ι. Συνόδου και τους θεολόγους συντάκτες των ΝΠΣ, αλλά επιπλέον παίρνει ουσιαστικά θέση σε μια θεολογική διαμάχη που κρατάει τουλάχιστον από το 1974 και την πτώση της χούντας, καθώς υιοθετεί το σκεπτικό, τα επιχειρήματα, αλλά και μια ορισμένη αντίληψη για τη θεολογία και την Ορθοδοξία που υπερασπίζονται όσοι είναι πίσω από τις δικαστικές προσφυγές (με προεξάρχουσα την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων-ΠΕΘ). Μιαν αντίληψη σκοταδιστική και εσωστρεφή, που αρνείται το διάλογο με τον θρησκευτικά και πολιτισμικά «άλλον» (κύριο στοιχείο των προσπαθειών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας κατά τον 20ό και 21ο αιώνα), που φλερτάρει με αυταρχικές ιδέες και καθεστώτα και της οποίας η εμπλοκή με την πολιτική μόνο καταστροφές προκάλεσε στο παρελθόν. Ας μην ξεχνάμε εν προκειμένω ότι κάποιοι από τους ιθύνοντες της ΠΕΘ υποκίνησαν το εκκλησιαστικό σχίσμα της Κύπρου και τις ενέργειες εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου το 1974, που όπως γνωρίζουμε κατέληξαν στο χουντικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.
            Τα πρόσωπα και οι φορείς που βρίσκονται πίσω από τις προσφυγές στο ΣτΕ (ΠΕΘ, Εστία Πατερικών Μελετών, Μητρόπολη Πειραιώς, κ.ά.) είναι γνωστά τόσο στον θεολογικό και εκκλησιαστικό κόσμο, όσο και στην ευρύτερη κοινωνία για τις ακραίες θέσεις τους και δεν χρειάζονται επιπλέον συστάσεις. Το παράδοξο και πρωτοφανές είναι ότι οι ακραίοι της Εκκλησίας και οι ακραίοι της «κοσμικής» πλευράς (Ένωση Αθέων) δεν είχαν κανένα πρόβλημα να συμπήξουν μιαν άτυπη «συμμαχία» και να στραφούν με παράλληλες προσφυγές και με συντονισμένες ενέργειες εναντίον των ΝΠΣ και του ανανεωμένου ΜτΘ. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι μεν και οι δε χρησιμοποιούν σχεδόν την ίδια ορολογία και ταυτόσημα επιχειρήματα στις προσφυγές τους, εγκαλώντας τα «Νέα Θρησκευτικά» για παραβίαση του δικαιώματος των γονέων να αποφασίζουν για την θρησκευτική και φιλοσοφική εκπαίδευση των τέκνων τους, ενώ ο συνήγορος της Ένωσης Αθέων σε ανάρτησή του στο διαδίκτυο δεν βρίσκει ούτε μια λέξη κριτικής να ψελλίσει για την πανταχόθεν βαλλόμενη απόφαση του ΣτΕ, παρά μόνο «επιχαίρει» γιατί πήρε αυτό που ήθελε, δηλ. την χωρίς όρους και προϋποθέσεις απαλλαγή από το ΜτΘ, που τώρα πια και με την βούλα του ΣτΕ, χαρακτηρίζεται αυστηρά «Ορθόδοξο» και «ομολογιακό» (βλ. σχετικά: https://elawyer.blogspot.com/2019/09/blog-post_20.html?fbclid=IwAR3v6ysGUsOUd5HIl5G8ksKb4A-ewMIDj5mY7qz7M4gCBctoYB3IPn-b_5o). Το ίδο «επιχαίρουν» και πανηγυρίζουν οι υπερσυντηρητικοί θεολογικοί και εκκλησιαστικοί κύκλοι, και το πρόβλημα είναι ότι τώρα που τους «άνοιξε η όρεξη», μετά την επιτυχή έκβαση της προσφυγής τους, διεκδικούν και άλλους ρόλους, όπως το να επιβάλουν μια φονταμενταλιστική Ορθοδοξία στο δημόσιο σχολείο μέσω της συγγραφής νέων βιβλίων για το ΜτΘ, απειλώντας και εκβιάζοντας για το σκοπό αυτό τους πάντες, από τους εκπαιδευτικούς και τους θεσμοθετημένους εκπαιδευτικούς φορείς της πολιτείας, μέχρι το σώμα των θεολόγων και τη Διοικούσα Εκκλησία, ακόμη και την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η Υπουργός Παιδείας θα υποκύψει στις πιέσεις τους και εάν θα αφήσει τον ζωτικό χώρο του πολιτικού Κέντρου, που τόσο ενδιαφέρει την Κυβέρνηση, σε άλλες πολιτικές δυνάμεις.
            Δεν μαζευτήκαμε όμως απόψε εδώ για να θρηνήσουμε, αλλά για να προβληματιστούμε και να συζητήσουμε για το μέλλον του ΜτΘ μετά τις αποφάσεις του ΣτΕ. Και δεν σας κρύβω ότι ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη η πρωτοβουλία διοργάνωσης αυτής της εκδήλωσης από μια προοδευτική αριστερή παράταξη πανεπιστημιακών και μάλιστα η διερώτηση, ακόμη και στον ίδιο τον τίτλο της εκδήλωσης, για το ενδεχόμενο τέλος ή για το μέλλον του ΜτΘ. Μια διερώτηση που δεν είναι άμοιρη έγνοιας και ανησυχίας για τις εξελίξεις στον ευαίσθητο τομέα της θρησκευτικής εκπαίδευσης, προερχόμενη μάλιστα από έναν ιδεολογικο-πολιτικό χώρο που παραδοσιακά υποστήριζε τη μετατροπή του ΜτΘ σε επιλεγόμενο. Είναι μάλλον πρώιμο ή και υπερβολικό να μιλήσουμε για συμπόρευση. Θεωρώ όμως πως είναι πολύ σημαντικό ότι απόψε βρισκόμαστε στο ίδιο τραπέζι και συνομιλούμε νομικοί και θεολόγοι για το μέλλον του ΜτΘ μετά τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ, έχοντας επίγνωση για το πόσο προβληματικές μπορεί να αποβούν, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αυτές οι αποφάσεις. Η συνομιλία αυτή πιστέψτε με δεν ήταν πάντα ούτε εύκολη ούτε αυτονόητη.
            Θέλω να ελπίζω πως μέσα στο δύσκολο και περιοριστικό πλαίσιο που ορίζουν οι αποφάσεις του ΣτΕ, το Υπουργείο θα βρει τον τρόπο και να σεβαστεί αυτές τις αποφάσεις, αλλά και να μην ακυρώσει τα σημαντικά θεολογικά, εκπαιδευτικά και παιδαγωγικά βήματα που έγιναν τα τελευταία 45 χρόνια στο ΜτΘ. Σε αντίθετη περίπτωση θα οδηγηθούμε σε περαιτέρω απαξίωση και συρρίκνωση του ΜτΘ (που μόλις άρχισε να ανακάμπτει χάρη και στα ΝΠΣ) και τελικά στη μετατροπή του σε επιλεγόμενο, εξέλιξη που σε συνδυασμό και με τις προβλέψεις της απόφασης του ΣτΕ για εναλλακτικά μαθήματα θα οδηγήσει στο θρησκευτικό σεχταρισμό και τη θρησκευτική κοινοτικοποίηση και ομοσπονδοποίηση του σχολείου, παραδίδοντας έτσι τον ευαίσθητο τομέα της θρησκευτικής εκπαίδευσης στους κάθε λογής και απόχρωσης ταλιμπάν. Νομίζω πως εντός του θεολογικού χώρου υπάρχουν ακόμη υπεύθυνες και μετριοπαθείς δυνάμεις που μπορούν να συνδράμουν το Υπουργείο στην επίλυση της δύσκολης και περίπλοκης εξίσωσης που προκάλεσαν οι αποφάσεις του ΣτΕ. Σημαντικός ρόλος εν προκειμένω αναλογεί και στις άλλες πολιτικές δυνάμεις που θα πρέπει και από την πλευρά τους να αναδείξουν και να προασπίσουν τα θετικά βήματα που έγιναν στο χώρο της θρησκευτικής εκπαίδευσης τα τελευταία χρόνια.
            Καθώς η παρούσα εκδήλωση-συζήτηση λαμβάνει χώρα στη Θεσσαλονίκη, επιτρέψτε μου πριν κλείσω την τοποθέτησή μου να υπενθυμίσω το ρόλο των ακραίων θεολογικών κύκλων της πόλης και της Θεολογικής της Σχολής στην υπόθεση των προσφυγών στο ΣτΕ. Όπως σημείωνα και στην παρέμβασή μου στη συζήτηση για τον «Σκοτεινό Βαρδάρη» που διοργάνωσε στον ίδιο αυτό χώρο το Ινστιτούτο Πουλαντζά τον Σεπτέμβριο του 2018, είναι οι ίδιοι αυτοί κύκλοι που, σε συνεργασία με άλλες υπερσυντηρητικές και αντιδραστικές δυνάμεις, κρατούν τη Θεσσαλονίκη δέσμια του πιο σκοτεινού παρελθόντος της και μεταβάλλουν τη θεολογία σε θεραπαινίδα του κοινωνικού και πολιτικού αναχρονισμού, του δημαγωγικού, λαϊκιστικού και αυταρχικού λόγου. Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ είναι κοινό μυστικό ότι ο σκληρός πυρήνας της αντίδρασης και των δικαστικών προσφυγών εναντίον των ΝΠΣ για το ΜτΘ εντοπίζεται στη Θεσσαλονίκη, και πιο συγκεκριμένα σε ορισμένους κύκλους της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. Είναι παρήγορο ότι μια συζήτηση όπως η σημερινή, που θέτει «τον δάκτυλον επί των τύπων των ήλων», ξεκινάει επίσης από τη Θεσσαλονίκη και τα πανεπιστήμιά της, με τη συμμετοχή μάλιστα νομικών και καθηγητών της Θεολογικής Σχολής.



* Ύμνος της Δικατορίας της 4ης Αυγούστου.
** Τοποθέτηση στην εκδήλωση της Συσπείρωσης Πανεπιστημιακών ΑΠΘ-ΠΑΜΑΚ με θέμα: «Δημόσιος χώρος και θρησκευτική εκπαίδευση. Το τέλος του Μαθήματος των Θρησκευτικών μετά την απόφαση του ΣτΕ;», Δημαρχείο Θεσσαλονίκης, Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019.
*** Ο Παντελής Καλαϊτζίδης, Δρ. Θ., είναι Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου-Ερευνητικό Κέντρο, Διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το ΕΑΠ, Ερευνητικός Εταίρος του KU Leuven, Μέλος του Δ.Σ. της European Academy of Religion και Μέλος της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών.

Σημ. του Ιστολογίου: Το κείμενο του Δρ. Παντελή Καλαϊτζίδη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Book's Journal, τχ. 103, Νοεμ. 2019.

1 σχόλιο:

  1. Το κειμενο συναδελφε της...ΑΘΕΚ...νομιζω θα θυμασε,ειναι ωραιο.Το θεμα ομως ειναι οτι στα σχλεια με το παλιο προγραμμα ουτε κατηχηση καναμε ,ουτε βαπτισεις..μκαναμε ουτε υποχρεωναμε τους μαθητες να εκκλησιαζονται.Το μαθημα εκτος των αλλων μιλουσε και για ορθοδοξια,αλλως τε στην Ελλαδα ειμαστε με τους περισσοτερους χριστιανους.Οσο για τον ...εναρμονιζο μας με τα αλλα αθρησκα..ευρωπαικα..κρατη...γοιατι?επειδη αυτοι δεν εχουν Θεο..πρεπει να αλλσξουμε κι εμεις?Τωρα για τους μαθητες θα πρεπι να το δουν σαν ενα σχολικο...αντικειμενο και να το παρακολουθουν ολοι χωρις εξαιρεση...ουτε θα τους αλλαξει ..θρησκεια...ουτε θα τους κανει...χειροτερους...ανθρωπους...

    ΑπάντησηΔιαγραφή